Χτες εφτασα στο σημειο του 'γραμματος' μια κοπελα της γραφει ενα γραμμα το οποιο βρηκα αν μη τι αλλο πολυ αληθινο απλο και αγνο.. ειναι ομως πολυ μεγαλο.. θελω να το μοιραστω μαζι σας, αλλα θα ειναι σε δοσεις.. Τελικα οι ιστοριες των ανθρωπων ειναι ολες ιδιες...
Παραδεχομαι πως πρεπει να συγχωρουμε εκεινους που μας κανουν κακο. Για να μην πω πως είναι φορες που πρεπει να συγχωρουμε και εκεινους που μας εκαναν καλο. Υπαρχουν καποια καλα, που δεν τα αξιζαμε, που μας εβλαψαν κατοπιν, που μας δοθηκαν ακαιρα και κατεληξαν σε συντριπτικα καταγματα της ζωης μας. Όμως εγω θελω να σας μιλησω για το πρωτο, για τον πονο, και για το πιο βαρβαρο από όλα, την προδοσια. Για μια προδοσια δηλαδη.
Τωρα που μιλαω για συγχωρεση, δεν μπορω να μην αναφερω την εγνοια μου που παντα με τρωει και μπερδευει την ηθικη μου καταρτιση: Οφειλουμε να συγχωρουμε τους παντες και παντα, ή εκεινους που μετανιωσαν, που εμπρακτα μετανιωσαν δηλαδη; Δεν καταλαβαινω αν θετει αυτην την προυποθεση ο τοσο συγχωρητικος Θεος. Εγω παντως την θετω. Διαφορετικα, νομιζω ότι με επιπολαιες συγνωμες υποκρινομαι, νομιζω μαλιστα ότι διαφθειρω εκεινον που συγχωρω προχειρα, απρουποθετα. Η εννοια της συγνωμης δεν επιτρεπεται να ευτελιζεται, είναι μεγας λογος ζωης η συγνωμη.
Για την περιπτωση που θελω να σας μιλησω δεν υπαρχει θεμα. Υπηρξε μετανοια, υπηρξε αληθινη συντριβη, υπηρξε αγωνας από μερους εκεινου, συγκινητικη επιμονη, διαρκεια που εφτασε στο πεισμα. Υπηρξε και δικη μου θεληση να υποχωρισω, να τον δεχτω ξανα, να σβησω οσα συνεβησαν. Και των δυο μας η θεληση ηταν φλογερη. Εκεινου και η δικια μου, η μια πιο θερμη από την άλλη.
Κι όμως.. δεν μπορεσα.. Μια τριτη θεληση, αλλου πλασματος θεληση, εναντιωνοταν στη θεληση μου και υπερισχυε. Κι αυτό το αινιγμα, της ανικανοτητας μου να τον συγχωρεσω, είναι της ζωης μου το αινιγμα, του εαυτου μου το πιο σκοτεινο υπογειο. Λεμε βεβαια συχνα το τετριμμενο: Δεν υπαρχει «δεν μπορω», υπαρχει «δε θελω»! Βαζοντας ένα δασκαλιστικο θαυμαστικο στο τελος. Μπορει και δυο θαυμαστικα. Όμως εδώ, στη δικη μου περιπτωση, το θελημα μου, ορκιζομαι, υπηρξε δυνατοτερο από ποτε, όλα νομιζω τα επιστρατευσε και αγωνιστηκε να τα καταφερει. Ναι, το θελημα μου αγωνιστηκε σαν τρελο να τον δεχτω πισω. Κι όμως το «δεν μπορω» νικησε, παντα νικαει σε τουτη τη δικια μου περιπτωση.
Θυμαμαι την μαμα μου που μικρη κλεφτηκε με τον μπαμπα μουʼ εφυγε μαζι του νυχτα, τρεμοντας σαν ελαφακι, αφηνοντας πισω μια τρυφερη οικογενεια που αρνιοταν τουτο το γαμο,αφηνοντας πισω πλουτη, ευκολιες, μητρικη και πατρικη θερμη αγκαλια, το πιανο της και πεταμενες στο πατωμα παρτιτουρες,το ροζ της δωματιο με το βιβλιο του Βερθερου, τις κουκλες, για να ακολουθησει έναν ερωτα σκληρο, σαρωτικο, τον ερωτα που την αρπαξε με την πρωτη ματια, από μαθητρια στα δεκαεξι της. Εγινε φλογισμενος χειμαρρος, τιποτα δεν την ανεκοπτε.. Με ένα καλοκαιρινο φουστανακι, τον ακολουθησε στο αγνωστο, χωρις να παρει τιποτα άλλο μαζι της… Γιατι τουτο το αγνωστο που την εσερνε μαζι του τυφλα ηταν ότι πιο γνωστο ειχε. Ηταν ο ερωτας της, ο παντιτινος.
Μου ελεγε λοιπον, όταν μεγαλωσα καπως, όταν ημουν εφηβη και δηθεν μπορουσα να καταλαβω τετοιες αγριοτητες του ερωτα και των γωνιων μας, ότι αργοτερα, πολύ αργοτερα – ειχα ηδη γεννηθει και ειχα μεγαλωσει εγω, όπως και ο αδελφος μου - , επιασε τον πατερα μου με άλλη γυναικα. Εμαθε πως την απατα από ανωνυμο τηλεφωνημα, δεν το πιστεψε, όμως κατι κακο μεσα της το πιστεψε. Παρακολουθησε, τους ειδε ένα βροχερο απογευμα να μπαινουν σε μια πολυκατοικια στο κεντρο της αθηνας αγκαλιασμενους. Η μοιχεια πρεπει να ηταν συντομη, ειχε σημαδια πως επαψαν να βρισκονται, πως η γυναικα εφυγε καπου στο εξωτερικο. Όλα στην επιφανεια εδειχναν όπως πρωτα.
«Δεν του ειπα τιποτα. Ποτέ! Αν εδειχνα πως το ηξερα, θα ημουν υποχρεωμενη και να φυγω, να σας παρω και να φυγουμε» Μου ειπε. «Από τοτε, δεν μπορεσα να τον ξαναπω «αγαπη μου», προσθεσε και με κοιταζε συντετριμμενη, σαν παιδιι που εχασε αιφνης, εγκληματικα την αθωοτητα του.
Δε μπορεσε να τον ξαναπει «αγαπη μου»…
Πηγη: Χορος μεταμφιεσμενων. Βαμβουνακη
ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ
ΘΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΛΙΓΗ ΩΡΑ
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕΛΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ