Μεσημέρι Παρασκευής, περπατάω στην οδό Σταδίου για ψάξω να βρω κατάστημα με ρούχα. Έχει ξεκινήσει μια πορεία με κατεύθυνση το Σύνταγμα, διαδηλωτές με μεγάφωνα και σημαίες να φωνάζουν συνθήματα με παρασύρανε για λίγη ώρα από τη δική μου πορεία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να κλείσουν τα καταστήματα και δε μπορέσω να ψωνίσω τώρα που έχω την ευκαιρία, διαφορετικά θα χαλάσω τα χρήματα που έχω διαθέσιμα και θα φύγω αύριο από την Αθήνα για να ξαναμπώ στο στρατόπεδο. Αλλά τελικά, δεν πειράζει καθόλου. Δυο παιδιά με μαντήλι στο πρόσωπο για να γλιτώσουν από τα δακρυγόνα που επρόκειτο να ακολουθήσουν, και για να προστατέψουν την ανωνυμία τους γράφουν με σπρέι σε έναν τοίχο μπροστά μου:
Ο Διαμαντής ΕΙΝΑΙ μπάτσος. Ο Αλέξης ΗΤΑΝ μαθητής. Και από κάτω βρισίδια για τους δημοσιογράφους...
Μια κοπέλα πετάει φέιγ βολάν μαύρα χαρτιά, θαυμάσιοι σελιδοδείκτες για το βιβλίο που μου έκαναν φίλοι δώρο για τη γιορτή μου. Σκύβω και το παίρνω μαζί με το δρόμο του γυρισμού για τους γενναίους του ZARA. Τα πιο πολλά καταστήματα έκλειναν - είχαν μαζευτεί ήδη πολλές διμοιρίες αστυνομικών και τα συνθήματα εναντίον τους δυνάμωναν με την ώρα. Οι πωλήτριες στο ταμείο, συζητούσαν για την πορεία έξω. «Χαλάρωσε, δεν μας πειράζουν εμάς», είπε η ταμίας στην κοπέλα που είχε ανησυχήσει. Σε ένα από τα απέναντι κλειστά πολυκαταστήματα, οι ραγισμένες βιτρίνες είχαν γραμμένα συνθήματα κατά του καταναλωτισμού. Μάλλον για αυτό εκείνο είχε κλείσει ήδη και η ταμίας με τη λογική ότι δεν είχε γίνει το ίδιο κι εκεί που δούλευε, σκέφτηκε να πει έτσι. Συμπλήρωσα κι εγώ «Διαδηλωτές είναι έξω, δε γίνεται κανένα επεισόδιο αυτή τη στιγμή». Πλήρωσα τα καινούργια μου ρούχα και συνέχισα για ένα καπελάδικο κάπου στην οδό Αιόλου.
Είχα περάσει ένα υπέροχο βράδυ, με τραγούδια συνοδευμένα με κιθάρα και βιολί, παραφωνίες, πολλά γέλια και με λίτρα από μαγικό κρασί που εξαφανίζει για λίγο δυο ανθρώπους κάτω από το έδαφος στους σκαμμένους για έργα δρόμους στο Γκάζι. Φορώντας το καπέλο που μόλις απέκτησα στο κεφάλι το οποίο είχε γεμίσει από τις πρόσφατες αναμνήσεις μου, είχα πραγματικούς λόγους να είμαι ευτυχισμένος. Ξαφνικά άρχισα να κλαίω.
Τα μάτια μου καίγονταν και δε μπορούσα να αναπνεύσω. Μια κυρία με ρώτησε αναστατωμένη καθώς είδε εμένα κλαμένο και τον κόσμο να τρέχει, αν έχει καπνογόνα λόγω επεισοδίων. Της απάντησα πως έχει μόνο καπνογόνα. Από μακριά στο κτίριο του Πανεπιστημίου φαινόταν να γίνεται κάτι, αλλά η απόσταση ήταν μακρινή. Παντού άνθρωποι με καλυμμένα κλαμένα πρόσωπα να προσπαθούν να απομακρυνθούν, ένα ελικόπτερο να πετά από πάνω μας, διμοιρίες ματ να περικυκλώνουν το κέντρο από άκρη σε άκρη. Από μακριά - μερικές ώρες πριν - ο απόηχος του συνθήματος στη Σταδίου «όσο νυχτώνει, το μίσος μεγαλώνει...»
Και πράγματι, οι διαβάτες του κέντρου της Αθήνας δαιμονισμένοι διέσχιζαν τους δρόμους βρίζοντας, καταριόντας, άλλοι θυμωμένοι κι άλλοι τρομοκρατημένοι. Τα χαμογελαστά χείλη έκλειναν με την ώρα, τα αυτοκίνητα περνούσαν με μεγαλύτερο θόρυβο, τα φανάρια αναβόσβηναν μανιωδώς. Πέρασα από τον πεζόδρομο της Μεσολογγίου που έχει μετατραπεί πια σε μνημείο από τους περαστικούς: Λουλούδια, κεριά, γράμματα, σημειώματα, εικόνες, φωτογραφίες, γραμμένες σκέψεις στους τοίχους και μια νέα πινακίδα που μετονομάζει την παλιά οδό σε «Αλεξάνδρου Γρηγορόπουλου».
Είχα ένα φριχτό πονοκέφαλο όταν έφτασα στο Τσίρκο της οδού Ναυαρίνου, μια καφετέρια δίπλα στο παλιό κτίριο της Νομικής. Φίλησα σταυρωτά μια γνωστή μου κοπέλα που δουλεύει στο μαγαζί και φορώντας το κασκόλ της σαν αντιασφυξιογόνα μάσκα μπαινόβγαινε για να προλάβει να κατεβάσει τα κιγκλιδώματα σε περίπτωση κινδύνου. Αναστατωμένος άρχισα να της μιλάω για το τι μου συνέβη καθώς ερχόμουν, παρήγγειλα καφέ και κάθισα στον πάνω όροφο σε έναν κόκκινο καναπέ, κάτω από το πόστερ με τους κλόουν της δεκαετίας του '50 και συγκεντρώθηκα στο συρμάτινο κεφάλι του ελέφαντα - μουλέν ρουζ περιμένοντας παρέα.
Ήρθε πρώτος ο Π. με τον οποίο έχουμε κάνει άπειρες συζητήσεις στο παρελθόν για τον πόλεμο αντιεξουσιαστών-αστυνομικών. Παλιότερα τον θεωρούσα ακραίο, μερικές φορές ακόμα συμβαίνει αυτό, αλλά δεν είναι ακραίες οι τοποθετήσεις του παρά ο τρόπος που τις εκφράζει. Μου μετέφερε τα λόγια μιας γριούλας που δε μπορούσε καλά-καλά να περπατήσει και βγήκε για να πετάξει τα σκουπίδια της: «Τι θέλουν παιδί μου οι μπάτσοι πάλι; Γιατί γίνεται φασαρία; Είμαι μεγάλη, και δε μπορώ να τρέξω και φοβάμαι». Την ηρέμησε, αλλά της είπε πάει όσο το δυνατόν συντομότερα στο σπίτι της.
Ο Γ. ήρθε κι αυτός να μας βρει, είχε μόλις σχολάσει από τη δουλειά του, και περιμέναμε ακόμα την Α. που δουλεύει σε ένα κοντινό βιβλιοπωλείο. Στο Γ. αρέσει να είναι στη γύρα και να μεταφέρει όσα βλέπει για να μπορεί να συζητάει, πότε να παίρνει τη μία άποψη και πότε την άλλη. Ήταν κωμικοτραγικό το γεγονός ότι πίναμε τον καφέ μας ακούγοντας τζαζ διασκευή του "Killing In The Name Of" και έξω γινόταν χαμός. Ο Γ. μας είπε πως αστυνομικοί χτύπησαν δυο παιδιά πολύ άσχημα, τον ένα στο κεφάλι - αίματα στο δρόμο - τον μετέφεραν στην κλινική της Ασκληπιού και από κει σε άλλο νοσοκομείο, Οι φοιτητές στο διπλανό κτίριο της Νομικής επιχειρούσαν να κάνουν κατάληψη, και τα ματ παγίδευσαν δεκάδες από αυτούς μέσα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας.
Σχολιάζαμε πως ζούμε μια μίνι-χούντα στο κέντρο της Αθήνας, όταν αρχίσαμε να εισπνέουμε καπνογόνα μέσα στην καφετέρια. Ο εξαερισμός έκλεισε, μαζί με τις πύλες του Τσίρκου για να προστατευτούν οι θαμώνες του. Γελούσαμε, αλλά ταυτόχρονα συνειδητοποιούσαμε το τραγικό της κατάστασης. Η Α. με παίρνει τηλέφωνο για να έρθει, της λέω να πάει σπίτι της αλλά εκείνη δε με ακούει. Μου λέει «Δεν είναι να δυνατόν να φοβάμαι να πάω για καφέ με τους φίλους μου». Συνεννοούμαι με την κοπέλα στην πύλη του Τσίρκου για να ανοίξει και να φυγαδεύσουμε την Α. που βρισκόταν στην ακριβώς διπλανή γωνία του δρόμου. Σοκαρισμένη μας λέει: «Είναι απίστευτο! Δίπλα μου, μπροστά στα μάτια μου ένας μπάτσος βούτηξε ένα παιδί για να το συλλάβει χωρίς να κάνει τίποτα! Οι φίλοι του έπεσαν πάνω του και παρακαλούσαν τον αστυνομικό να μην το κάνει. Ο ένας έφαγε μια σπρωξιά και έπεσε με δύναμη στο πεζοδρόμιο. Τελικά δεν τον συνέλαβαν. Μα τι κάνουν, βαράνε κόσμο στην ψύχρα; Δεν το πιστεύω...» Και όντως, αν δεν το δεις με τα μάτια σου, δεν το πιστεύεις.
Μουσική, λάμψεις από έξω, κρότοι, φωνές και εμείς ασφαλείς στο καταφύγιο "Circus". Ηρέμησαν τα πράγματα, άνοιξαν οι πύλες και φύγαμε για τα σπίτια μας. Εγώ και η Α. είχαμε ένταση που δε μπορούσε να φύγει, έπρεπε να κάνουμε κάτι. Αποφάσισε αυτή να ζωγραφίσει κι εγώ να γράψω. Διακόψαμε επειδή τσακωθήκαμε έντονα, χωρίς επαρκείς λόγους. Πάλι καλά που καταλάβαμε τους πραγματικούς, και ηρεμήσαμε γρήγορα. Βγήκαμε στα Εξάρχεια-αστυνομικός ανά τετράγωνο- που επέστρεψαν στη νυχτερινή τους ρουτίνα, και σήμερα που ξύπνησα συνεχίζω το κείμενο που διακόπηκε από αναταραχές...
Το μίσος γεννάει μίσος. Η τρομοκρατία μεταφέρεται στα σπίτια μας. Μέσα μας. Και δεν το επιλέξαμε. Κανένας μας δε θέλει βία. Αλλά ο φυσικός νόμος δράσης-αντίδρασης είναι καθολικός. Για να μην αντιδράσουμε με βία λοιπόν, θα πρέπει να σκεφτούμε άλλους τρόπους. Δεν είναι λύση η καταστολή. Το σίγουρο είναι ότι οι συνειδήσεις διαμορφώνονται στους δρόμους. Τώρα, ο δρόμος περνάει κάτω από τα πόδια μας χωρίς να το θέλουμε. Τώρα συμβαίνει στα Εξάρχεια, αύριο θα συμβεί και σε άλλες γειτονιές. Πρέπει να συμβεί και στη δικιά σου για να καταλάβεις;
Ο σελιδοδείκτης- φέιγ βολάν που έχω στην Ασκητική του Ν. Καζαντζάκη γράφει: ΚΑΤΩ ΟΙ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ - ΖΗΤΩ ΟΙ ΚΥΚΛΟΙ. ΝΑ ΤΟ ΒΟΥΛΩΣΟΥΝ ΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ - ΑΣ ΜΙΛΗΣΟΥΝ ΠΛΕΟΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ.
Και αυτό είναι το δώρο μου.
ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ
ΘΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΛΙΓΗ ΩΡΑ
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕΛΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ