http://www.youtube.com/watch?v=rG2jToht8d4&feature=youtube_gdata
O Λουπέν ντύθηκε. Άκουσε τις φωνές. Μονότονες. Μετά σκέφτηκε την ευτυχισμένη φάρμα που είχε ελπίσει να ζήσει. Ήσυχα. Δίπλα στη Ρεϋμόντ. Μετά την κοίταξε. Εκείνη, τη φτωχή ερωτευμένη. Που ο έρωτας την είχε σκοτώσει. Και που κοιμόταν. Κατάλευκη. Τον αιώνιο ύπνο.
Οι χωρικοί όμως πλησίαζαν. Ο Λουπέν έσκυψε, πήρε τη νεκρή στα δυνατά του χέρια, τη σήκωσε με μία κίνηση, και λυγίζοντας στα δύο την έβαλε στην πλάτη του.
-Πάμε, Βικτουάρ.
-Πάμε, μικρέ μου.
-Αντίο Μπωτρελέ, του είπε.
Και φορτωμένος με βάρος πολύτιμο και φριχτό, ακολουθούμενος από τη γριά υπηρέτριά της, σιωπηλός, σκοτεινός, έφυγε από τη μεριά της θάλασσας και βυθίστηκε μέσα στη σκιά του βάθους...
Maurice Leblanc
ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ
ΘΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΛΙΓΗ ΩΡΑ
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕΛΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ