(Η ιστορία ειναι ένα μικρό φλασάκι που είχα ακούγοντας το συγκεκριμμένο τραγούδι της Αλεξίου σήμερα.Ετσι λοιπόν κάθησα και την κατέγραψα και την ονόμασα "Αφροδίτη στον 12οικο"
Είχε φορέσει το εκρού φουστάνι με τα κόκκινα κεντημένα τριαντάφυλλα.Το είχε φτιάξει στην Ευγενία , στη Σμύρνη, θα σκάζαν απο το κακό τους όλες στη γειτονιά και στο παρθεναγωγείο. Ύστερα σκέφτηκε, να πάρω δυο-τρία πολύσπορα απο της Τασίας το φούρνο, και λίγο φασκόμηλο απ΄το Ονούρ, θα με σκοτώσει η μάνα μου αν το ξεχάσω. Ένας οξύς κρότος ακούστηκε.Ταραχτηκε.Μυρισε παντού μπαρούτι. Επεσε πάνω της κάποιος με αίματα στις απαλάμες.Τις λέρωσε το φουστάνι.Δεν φαίνονταν πια τα τριαντάφυλλα ,το αίμα έβαψε ολόκληρο το φουστάνι.Τα χασε μα δεν έβγαλε μιλια.Απο μακριά είδε τους Τσέτες να έρχονται.Εσφαζαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους.Τρομοκρατήθηκε.Τι να κανω θέε μου; σκεφτηκε.Ύστερα τον είδε, δεν είχε φυγει μ ετο στρατό του Βενιζέλου και βγήκε απο το παράθυρο.Μισόγυμνος να δεί προς τούτη η αναταραχή.Είδε τον πανικό στα μάτια του.
"Έλα!" την εκανε απο το παράθυρο, " Έλα μέσα, σφάζουν τον κόσμο οι Τσέτες" κραύγασε.Εκείνη στάθηκε αποσβολωμένη χωρίς να κάμει βήμα.
"Ελα μωρε!Που θα σε σφάξουν σαν σκυλί" της φώναξε.Ετρεξε στο πανδοχείο που έμενε. "Μεινε εδω.." της είπε σαν ανοιξε την πόρτα απ'το δωμάτειο.Πρέπει να βρούμε τρόπο πρώτα να κρυφτούμε.
"Κοίτα, δε μένω..Θα παώ στης νονάς μου της Αντιγόνης, δύο βήματα απο 'δώ."
"Δε μπορείς, μάλλον κάνουν ξεκάθαρισμα.Θα σκοτώθεις αν βγεις εκει έξω.Κατσε εδω.." την έπιασε απο το μπράτσο.Εκείνη τραβήχτηκε εκνευρισμένα.
"Δεν μένω σου λέω.Εδώ έρχονται οι πουτάνες σου."
Εκέινος έσκυψε το βλέμμα. "Μη μιλας έτσι.."
"Γιατί;Δεν είναι αλήθεια;"
"Δεν θα μπουν στο πανδοχείο.Ο Ρενέ είναι καλός φίλος και έχει καλές σχέσεις με τους Τούρκους αξιωματούχους.Θα μας φυγαδεύει το πρωί.Ως τότε μείνε εδώ."
Βγήκε απο το δωμάτιο.Κατέβηκε την ξύλινη σκάλα.Έτρεξε πίσω της.Έβριζε μέσα απο τα δόντια του.
Βγήκε έξω.
"Κοπελιά; Μη πας εκει έξω.Το καλό σου θέλω.Πήγαινε μαζί του." είπε χαμηλόφωνο ο Ρενέ από τον πάγκο σε σπαστά σμυρνέικα.
"Στο διάλο κι εσύ με το μπορντέλο σου.." τρέκλισε απο μέσα της.
Εξω υπήρχε ησύχια.Δυσκολοι καιροι σκέφτηκε, μια μικροσύγκρουση ήταν, να!Τελείωσε ήδη.Πόλεμος δεν γίνεται στην ασία, ε..κάτι θα γίνε κι εδώ..
Και πριν τελείωσει τη σκέψη της μια διμοιρία πετάχτηκε απο το πουθενά, έδειξε ο μπροστάρης προς το μέρος της
και ευθής πετάχτηκαν δυο-τρεις καβαλα σε μουλάρια να την κυνηγούν.Η καρδιά της κόντεψε να σπάσει, άρχισε να τρέχει απεγνωσμένα.Κάποιος της έφραξε το δρόμο.Δεν πρόλαβε να δει ποιος ήταν, είδε όμως την σφραγίδα πάνω στο άλογο ,του βενιζελικού στρατού ήταν.
"Ανέβα κακόχρονο να'χεις..Ανέβα!Της είπε .Ηταν εκέινος.
Εκείνη μουτρωμένη του έπιασε το χέρι κι ανέβηκε.
http://www.youtube.com/watch?v=0IZG2HFsLCE&feature=related
ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ
ΘΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΛΙΓΗ ΩΡΑ
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕΛΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ