Δεν ξερω ποιος αληθινα μπορει να κερδισει με αυτες τις εκλογές, ξερω ομως ποιος πρεπει να χάσει. δικομματισμός
http://youtu.be/P-EXj2LTAy8
Φέρνω τις ελπίδες μιας γενιάς να μου τις σιδερώσουν
Να μην έχω κι ένα κουστουμάκι για της πράξης μου το δίκιο
Τώρα που ξεπόρτισαν του κράτους οι χαφιέδες πάλι
Έλα αγόρι σφίξε τη γροθιά και σήκωσε κεφάλι
Μάγκες, διαφημίσεις και αυτιά έχει γεμίσει η πόλη
Λογικά θα έρθει κι η στιγμή που θα βγουν έξω όλοι
Τελευταία φεύγει η ελπίδα και η κατσαρίδα αν το έντομο ζει
Ψιθύρισε του παπούτσια και πήδα
Φύγε ρε
Όλα τρομερά μας δείχνουν κι όλα προς το τέλος φτάνουν
Κι όμως είναι μόνο η αρχή, αδιαφορισμοί δεν φτάνουν
Πιάστε τους ικέτες λέω κι άστε αυτούς που προσκυνάνε
Ο φόβος είν’ ο λόγος που άλλοι πολεμάν’ κι άλλοι μιλάν’
Τραγουδάνε
Τα γέλια σταματήσαν μικρά παιδιά, ορφανά νεκρά μου λέν’ :
“Κύριε δεν πειράζει, κύριε μην σε νοιάζει ρε”
Μάνα μου οι αγώνες σου με κάνανε σου λέω φλώρο
Με το ταπεράκι απ’τη γωνιά περνάς τον αστυνόμο
Φούντωσε η ανάγκη μου η αλλαγή ρε φέρνει βία
Χρεώνω την ασχήμια μου σε σένα που με απαλλάσσεις
Μιλήσαμε για έρωτα και λίγο - λίγο βγάλαμ’ άκρη
Και ύστερα πετάξαμε σκουπίδια στης ντροπής το χάδι
Γιατί έτσι μου υποσχέθηκα στο δικαστήριο θα μεθύσω
Να μην έχω κι ένα κουστουμάκι για της πράξης μου το δίκιο
Νεκρό παιδί στα Εξάρχεια που όπλο μπάτσου τρομοκράτη
να σταματήσει η γη, να μη γυρίζει μέχρι να ‘ρθει κάτι
κάτι που θα ‘χει εξήγηση και κάτι που θα δικαιώσει
τον πόνο του ανθρώπου που ακόμα αρνείται να προδώσει
Οι καμπάνες σήμαναν τελειώσαν τα χαμένα χρόνια
Οι γέροι ξεμωράθηκαν, κοιμούνται σε χρυσά σεντόνια
Η φωνή μας σάπισε, σκουλήκια έχουμε όλοι μέσα
Μπαγιάτικες καρδιές κι όμως μας έχει μείνει λίγη μπέσα ακόμα
Ναι
Οι ποιητές στη χώρα μας, φέρουν μια γλώσσα μολυσμένη
Απάθεια, μας φτύνουνε στα πρόσωπα και ‘μείς δεμένοι
Με αλυσίδες στον λαιμό σερνόμαστε ευνουχισμένοι
Ο έρωτας δεν είναι γιατρικό να μη νοιώθουμε όλοι ξένοι σ’ αυτό το μυστικό
Σούβλα χώθηκε βαθειά, σκατά βγήκανε απ’ το στόμα
Το κορμί μας κάηκε απ’ τη φωτιά και έπεσε στο χώμα
Σαλόνια με σπασμένα φώτα κι υποδοχή για Frankenstein
Το τέρας ξαναζεί κι ελευθερία απ’ το λαό ζητάει
Το χέρι του είναι από ληστή και το μυαλό από δολοφόνο
Μα η καρδιά του είναι τρυφερή, του ορφανού τον πόνο γνωρίζει