Θα ήθελα κατ’ αρχήν να πω πως αυτό εδώ το κείμενο μιλά αποκλειστικά για το πώς βιώνω εγώ την (ή εγώ προβαίνω σε ) «εκδίκηση» και σε καμμία περίπτωση δεν φιλοδοξεί να αποτελέσει revenge manual .
Ωστόσο, επειδή πολλά κατά καιρούς ακούγονται περί εκδικήσεως και ανωτερότητας και του άλλου μάγουλου και τα σχετικά, διευκρινίζω ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια ανταποδίδω την καλοσύνη με καλοσύνη και την κακία με δικαιοσύνη.
Η συγχώρεση ασφαλώς και υπάρχει, και είμαι σε θέση να την παρέχω στην πλήρη και απόλυτη μορφή της, αυτή που συνοδεύεται από την παντελή εξάλειψη του πταίσματος του συνανθρώπου μου από το κρανίο μου.
Στη μαύρη, όμως, για το συνάνθρωπο, περίπτωση, που η επίθεση/βλάβη/πληγή προς εμένα είναι δόλια, τα πράγματα έχουν αλλιώς. Όπως ούτε εμένα μου αρέσει.
Ιδιαίτερα εξοργιστική για εμένα είναι, δε, η ΠΕΠΟΙΘΗΣΗ του άλλου ότι αυτό ΜΠΟΡΕΙ να το κάνει. Ότι του επιτρέπεται – ότι ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΞΕΙ νέμεση.
Η ΑΠΟΡΙΑ στο βλέμμα του όταν πλέον έχει εξαπολυθεί η κόλαση από μέρους μου και τη βιώνει, του ΓΙΑΤΙ απαντάω άραγε στο χτύπημά του με χτύπημα. Κι ακόμα παραπέρα: ΓΙΑΤΙ ΑΡΑΓΕ, βρε, ενώ αυτός π.χ. μου έγδαρε σκοπίμως τον προφυλακτήρα (χρησιμοποιώ επίτηδες γελοίο παράδειγμα) εγώ του τρακάρω και τους δύο προφυλακτήρες και γδέρνω κα το χρώμα με σουγιά.
ΓΙΑΤΙ ενώ εκείνος με έκανε να φορέσω το αριστερό παπούτσι για δεξί, εγώ θα τον αναγκάσω να βάλει και τα δύο του πόδια μέσα στο παπούτσι, θα έχει μέσα τσίχλα και θα πρέπει επίσης να χορέψει φοξ τροτ.
Γιατί είναι στη φύση μου.
Γιατί το αξίζεις νομοτελειακά.
Γιατί δεν έπαιξες αρκετό Stratego σαν παιδί. Για σκάκι ούτε λόγος.
Γιατί είσαι λαμόγιο.
Είναι μία πλευρά του εαυτού μου που δεν με χαροποιεί όταν ενεργοποιείται. Το συνειδητό μου απεχθάνεται να το κάνει όλο αυτό.
Υπάρχει όμως αυτό το κομμάτι στο dna μου, που νιώθει ΖΩΝΤΑΝΟ και ΥΠΕΡΟΧΑ όταν το κάνει αυτό. Και , κατά συνέπεια, το κάνει ΤΕΛΕΙΑ.
ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ
ΘΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΛΙΓΗ ΩΡΑ
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕΛΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙΣ