παρακαλώ περιμένετε...
ΦΥΛΕΣ ΤΩΝ ΖΩΔΙΩΝ
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑ ΚΑΙΡΟ..

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα πουλί. Στολισμένο με δύο τέλειες φτερούγες και λαμπερό, χρωματιστό και υπέροχο φτέρωμα.

Ηταν δηλαδή ένα ζώο φτιαγμένο για να πετάει ελεύθερο και να αιωρείται στον ουρανό, δίνοντας χαρά σε όποιον το παρατηρούσε.

Μια μέρα, μια γυναίκα είδε το πουλί και το ερωτεύτηκε.

Εμεινε να κοιτάζει το πέταγμά του με το στόμα ανοιχτό απο τη σαστισμάρα, με την καρδιά της να γοργοχτυπάει και τα μάτια της να λάμπουν απο συγκίνηση.Την κάλεσε να πετάξει μαζί του και ταξίδεψαν μαζί στον ουρανό μέσα σε απόλυτη αρμονία.Η γυναίκα θαύμαζε, υμνούσε και λάτρευε το πουλί.

Αλλά τότε σκέφτηκε: Μπορεί να θέλει να γνωρίσει μακρινά βουνά! Και η γυναίκα αισθάνθηκε φόβο. Φόβο μην το ξανανιώσει πια αυτό με άλλο πουλί.Και αισθάνθηκε φθόνο, φθόνο για την ικανότητα του πουλιού να πετάει.

Και αισθάνθηκε μοναξιά.

Και σκέφτηκε:θα στήσω μια παγίδα.Την επόμενη φορά που θα εμφανιστεί το πουλί, δε θα ξαναφύγει.

Το πουλί, που ήταν και αυτό ερωτευμένο, επέστρεψε την επόμενη μέρα, έπεσε στην παγία και κλείστηκε στο κλουβί.

Κάθε μέρα η γυναίκα το κοιτούσε το πουλί.Ηταν το αντικείμενο του πάθους της και το έδειχνε στις φίλες της, που σχολίαζαν:<<Μα εσύ τα εχεις όλα>>.Ομως άρχισε να γίνεται μια παράξενη μεταμόρφωση:αφού είχε δικό της το πουλί και δε χρειαζόταν πια να το κατακτήσει, έχανε το ενδιαφέρον της.Το πουλί, χωρίς να μπορεί να πετάξει και να εκφράζει το νόημα της ζωής του πήρε να μαραζώνει, να χάνει την λάμψη του, να ασχημαίνει και η γυναίκα δεν του έδινε πλέον την προσοχή της, μόνο το τάιζε και φρόντιζε το κλουβί του.

 

Μια ωραία μέρα το πουλί πέθανε. Ηγυναίκα λυπήθηκε πολύ και το σκεφτόταν συνέχεια.Αλλά δε θυμόταν το κλουβί, θυμόταν την μέρα που το είδε για πρώτη φορά να πετάει ευχαριστημένο μέσα στα σύννεφα.

 

Αν παρατηρούσε τον εαυτό της θα ανακάλυπτε ότι αυτό που τη συγκινούσε τόσο πολύ στο πουλί ήταν η ελευθερία του, η ενέργεια που εξέπεμπαν οι φτερούγες του όχι το ίδιο του το σώμα.

Χωρίς το πουλί και η δική της ζωή έχασε το νόημά της και ο θάνατος ήρθε να χτυπήσει την πόρτα της. <<Γιατί ήρθες; >>ρώτησε το θάνατο. <<Για να μπορέσεις να ξαναπετάξεις μαζί του στα ουράνια>> αποκρίθηκε ο θάνατος. <<Αν το είχες αφήσει να φύγει και πάντα να επιστρέφει, θα το αγαπούσες και θα το θαύμαζες ακόμα περισσότερο.Τώρα όμως χρειάζεσαι εμένα για να μπορέσεις να το ξαναδείς>>.

Σχόλια:    Αξιολόγηση:
παρακαλώ περιμένετε...

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αξιολόγηση: χωρίς αξιολόγηση

έχουν γενέθλια 215 μέλη.

ΦΥΛΕΣ - ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙΣ

  • loading...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΧΟΛΙΑ

  • loading...
  • loading...